γαλία

γαλία
γαλία· εἶδος πλοίου λῃστρικοῦ, EM502.44.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • γαλία — γαλίᾱ , γαλιάω pres imperat act 2nd sg γαλίᾱ , γαλιάω imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γαλιά — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 250 μ., 899 κάτ.) στην πρώην επαρχία Καινούργιου του νομού Ηρακλείου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μοιρών. * * * η (Α γαλέη και γαλῆ, Μ γαλέα) μικρό ψάρι, σταχτί με μαύρα στίγματα. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο νεοελλ. τ. γαλιά < μσν …   Dictionary of Greek

  • Mires — Stadtgemeinde Mires (1949–2010) Δήμος Μοιρών (Μοίρες) …   Deutsch Wikipedia

  • Moires — Gemeinde Mires Δήμος Μοιρών (Μοίρες) DEC …   Deutsch Wikipedia

  • γαλέα — (I) η (Μ γαλέα) μικρό πολεμικό πλοίο με πανιά και κουπιά που τό χρησιμοποιούσε ο βυζαντινός στόλος ως ανιχνευτικό. [ΕΤΥΜΟΛ. < (κάτω ιταλ.) galea]. (II) η βλ. γαλιά …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”